Η σημερινή Ηλιούπολη βρίσκεται στη νοτιοανατολική πλευρά της Αττικής, στις δυτικές υπώρειες του Υμηττού ακολουθώντας τις γεωφυσικές του ιδιομορφίες.
Απέχει περίπου 6 χμ. από το κέντρο της Αθήνας με μέσο υψόμετρο εκατόν πενήντα μέτρα και μέγιστο εξακόσια πενήντα. Από διοικητικής άποψης η Ηλιούπολη αναγνωρίζεται ως κοινότητα το 1928. Μέχρι τότε υπαγόταν στο Μπραχάμι, ενώ το 1963 αναγνωρίζεται επίσημα ως Δήμος.
Απέχει περίπου 6 χμ. από το κέντρο της Αθήνας με μέσο υψόμετρο εκατόν πενήντα μέτρα και μέγιστο εξακόσια πενήντα. Από διοικητικής άποψης η Ηλιούπολη αναγνωρίζεται ως κοινότητα το 1928. Μέχρι τότε υπαγόταν στο Μπραχάμι, ενώ το 1963 αναγνωρίζεται επίσημα ως Δήμος.
Έχει έκταση περίπου 12.700 στρέμματα, από τα οποία τα 5.700 είναι δάση και τα 7.000 είναι έκταση που καλύπτει ο οικισμός (πλατείες, δρόμοι, κατοικίες κ.λπ.). Το μέσο υψόμετρο της περιοχής είναι 150μ. Στην απογραφή του 2011 είχε 64.205 κατοίκους και θα είναι ο 27ος πληθυσμιακά μεγαλύτερος Δήμος της χώρας.
Το ιστορικό παρελθόν της περιοχής ανατρέχει μέχρι την αρχαιότητα. Ωστόσο η ιστορική περίοδος στην οποία βρίσκεται η αρχή της γέννησης του σημερινού Δήμου της Ηλιούπολης εντοπίζεται στην περίοδο μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους.
Εκείνη τη χρονική περίοδο υπήρχε στους πρόποδες του Υμηττού μια περιοχή με την ονομασία κτήμα Καρά η οποία περιελάμβανε και ένα μικρό χωριό εκατό περίπου κατοίκων και είχε έκταση τέσσερα « ζευγάρια» βοδιών . Η νομή της περιοχής ανήκε σε κάποιον Τούρκο Μουσταφά Καρά Αλή , ο οποίος το 1832 το μεταπώλησε σε Έλληνες. Μετά από μια σειρά διαδοχικών ιδιοκτησιών ( Αλέξανδρος Σκουζές , Μιλτιάδης Σκουφής κ .α) τα χωράφια καταλήγουν το 1922 στον κτηνοτρόφο Αλέξανδρο Νάστο ο οποίος ενοίκιαζε την περιοχή αυτή για βοσκή. Το 1925 ο Νάστος έρχεται σε συννενόηση με την « Ελληνική Εταιρεία Αστικών και Αγροτικών Συνοικισμών Δρανδάσης, Πάγκαλος κ’ ΣΙΑ» και της πουλά μία έκταση την οποία χαρακτηρίζει ως «μέρος του κτήματος Καρά» του οποίου ήταν ιδιοκτήτης. Έκτοτε ο Νάστος βασιζόμενος στην ασάφεια των ορίων της έκτασης που αγόρασε την επεκτείνει πολύ περισσότερο από τα πραγματικά της όρια μέχρι την κορυφογραμμή του Υμηττού. Η παραπάνω εταιρεία ιδρύει το συνοικισμό Ηλιουπόλεως . Το αρχικό ρυμοτομικό σχέδιο ήταν του αρχιτέκτονα Αριστομένη Βάλβη και αποτέλεσε τη βάση του σημερινού σχεδίου πόλης. Στα πρώτα χρόνια της ίδρυσης της Ηλιούπολης τα σπίτια είναι μονόπατα, λιγοστά και διάσπαρτα. Οι κάτοικοι προμηθεύονταν νερό από νερουλάδες ή πηγάδια μέχρι το 1934 που ξεκινά το δίκτυο της ΟΥΛΕΝ. Το ηλεκτρικό ρεύμα εμφανίζεται τη δεκαετία του ‘20 από μία τοπική εταιρεία που μεταφέρει τον ηλεκτρισμό από την Πάουερ. Η εταιρεία « Δρανδάσης Πάγκαλος κ’ ΣΙΑ» διαλύθηκε το 1936 και πολλά οικόπεδα της εταιρείας παραχωρήθηκαν στην κοινότητα για έργα υποδομής.
Η Ηλιούπολη, όταν πια η ανάγκη στέγασης σε ολόκληρη την Αττική γίνεται έντονη γνωρίζει μια σειρά από διαδοχικές επεκτάσεις στο σχέδιο πόλης. Η πρώτη περιοχή που εντάσσεται το 1932 είναι η περιοχή « Κοπανάς». Ακολουθούν οι υπόλοιπες περιοχές όπως Δ’ Τομέας « Εργατών Τύπου » , οι «Συκιές», ο «Λόφος Γερμανού» και τα «Αστυνομικά» (μετέπειτα ονομάστηκαν Πανόραμα ) το 1967. Για τη γραφειοκρατική επικοινωνία και τη διοίκηση, η Ηλιούπολη χωρίζεται σε πέντε τομείς. Από τους κατοίκους βέβαια οι περιοχές της πόλης χαρακτηρίζονται από διάφορα τοπωνύμια όπως περιβόλια του Μαμάη, Συκιές, Τυπογραφικά, Προεδρικά, Κιθάρα, Γερμανικά κλπ.
Η πληθυσμιακή εξέλιξη της Ηλιούπολης καταγράφεται από τις εκάστοτε απογραφές. Αποτυπώνεται όμως σωστά μέσα από την ίδρυση των διαφόρων Εκκλησιών. Η χρονολογία και η τοποθεσία ανέγερσης των εκκλησιών φανερώνει πολλές φορές τα όρια της οικιστικής επέκτασης.
Η πρώτη εκκλησία που κτίζεται (ως εξωκλήσι) είναι του Αγίου Νικολάου. Χρονολογείται από την περίοδο της τουρκοκρατίας , το 1966 πήρε την σημερινή του μορφή και βρίσκεται κοντά στα περιβόλια του Μαμάη που θεωρείται σήμερα ως το ιστορικό κέντρο της Ηλιούπολης.